To νέο μνημόνιο θα αποτύχει! Η Αριστερά;


To νέο μνημόνιο θα αποτύχει! Η Αριστερά;

    

Του Γιώργου Τοζίδη

 

Το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης για την αποδοχή του νέου μνημονίου είναι ότι με αυτόν τον τρόπο αποφεύχθηκε η έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη και η συνακόλουθη καταστροφή της οικονομίας. Είτε πρόκειται για συγγνωστή ή ασύγγνωστη πλάνη, τα αποτελέσματα και του νέου μνημονίου θα είναι μεγαλύτερη ανεργία και φτώχεια και ολοκλήρωση της μετατροπής της χώρας σε τουριστικό θέρετρο, φθηνό γηροκομείο και οικόπεδο για τη διακίνηση εισαγόμενων προϊόντων και ενεργειακών πόρων. Εάν ολοκληρωθεί το πρόγραμμα, δεν θα έχει σημασία εάν η χώρα βρίσκεται εντός ή εκτός της ευρωζώνης…

Τα προηγούμενα μνημόνια στηρίχθηκαν στο παρακάτω τρίπτυχο:

  1. Δανεισμός για την αποπληρωμή δανείων. Το ορατό αποτέλεσμα ήταν η εκτίναξη του δημόσιου χρέους και του σχετικού δείκτη (χρέος/ ΑΕΠ) στο 177% το 2014. Το νέο πρόγραμμα θα επιβαρύνει το δημόσιο χρέος με ένα επιπλέον 25% του ΑΕΠ με αποτέλεσμα να εκτιμάται ότι, μετά από δύο χρόνια, θα προσεγγίζει, σε ονομαστικούς όρους, το 200% του ΑΕΠ.
  2. Προσήλωση στην αυστηρή λιτότητα (δραστική μείωση μισθών και συντάξεων) και τη σκληρή δημοσιονομική προσαρμογή με στόχο την εμφάνιση πρωτογενών πλεονασμάτων που είχαν ως αποτέλεσμα μείωση κατά 25% του ΑΕΠ πρωτοφανή ανεργία και φτώχεια.
  3. Δομικές μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, στην κοινωνική ασφάλιση, στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών με κοινό παρονομαστή την κατάργηση εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων και την απορρύθμιση των αγορών ώστε να κτυπηθεί η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα.

Στο παραπάνω τρίπτυχο στηρίζεται και το νέο μνημόνιο. Όμως είναι ο ορισμός της βλακείας να πιστεύεις ότι εφαρμόζοντας την ίδια πολιτική, που τα πέντε προηγούμενα χρόνια παρήγαγε ύφεση, ανεργία και φτώχεια, τα αποτελέσματα θα είναι διαφορετικά (ανάπτυξη και ευημερία) επειδή τα μέτρα θα υλοποιούνται από μία «αριστερή» κυβέρνηση. Άλλωστε τα πρώτα μέτρα ήταν ενδεικτικά για το τι πρόκειται να επακολουθήσει: ο ΦΠΑ αυξήθηκε σε προϊόντα και υπηρεσίες πρώτης ανάγκης και όχι π.χ. σε προϊόντα και υπηρεσίες πολυτελείας, οι τράπεζες αναγορεύθηκαν σε προνομιακούς δανειστές σε βάρος του δημοσίου, των ασφαλιστικών ταμείων και των εργαζομένων και από τη νομοθετική υιοθέτηση της ευρωπαϊκής οδηγίας για τις τράπεζες αφαιρέθηκαν οι διατάξεις για τον σεβασμό των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, την τήρηση των υποχρεώσεων προς τα ασφαλιστικά ταμεία και την ανάγκη ουσιαστικής διαβούλευσης με τα σωματεία των εργαζομένων.

Η ρύθμιση για τους πλειστηριασμούς τεκμηριώνει την εκτίμηση για την αποτυχία του προγράμματος. Δεν υπάρχει προηγούμενο παράδειγμα βελτίωσης της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων με τη διευκόλυνση των τραπεζών να προχωρούν σε πλειστηριασμούς των ενυπόθηκων ακινήτων σε μία αγορά που έχει καταρρεύσει. Αντίθετα, οι συνέπειες θα είναι αρνητικές για τις τράπεζες καθώς τα έσοδα από τους πλειστηριασμούς θα υπολείπονται σημαντικά των ενυπόθηκων αξιών που είναι εγγεγραμμένες στα χαρτοφυλάκιά τους με αποτέλεσμα οι ζημίες τους να αυξάνονται και να αναγκάζονται σε πρόσθετες προβλέψεις και επί των εξυπηρετούμενων δανείων.

Ιδιωτικοποιήσεις

Η αμφισβήτηση για την επιτυχία του νέου προγράμματος επεκτείνεται και στο νέο ταμείο για τις ιδιωτικοποιήσεις. Ακόμη και οπαδοί των ιδιωτικοποιήσεων εκτιμούν ότι ζητείται από την Ελλάδα να προχωρήσει σε ιδιωτικοποιήσεις «με το πιστόλι στον κρόταφο», αμφισβητούν την εκτίμηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων ενώ επισημαίνουν και τον κίνδυνο των εξευτελιστικών τιμών ενώ στηλιτεύουν και το γεγονός ότι το 75% των εσόδων θα κατευθυνθεί άμεσα ή έμμεσα στην εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους. Τα παραπάνω ερωτήματα είναι εύγλωττα. Πώς θα εκτιμηθεί η παρούσα αξία υποδομών (όπως ο σιδηρόδρομος και τα λιμάνια) που μπορούν να αξιοποιήσουν ευρωπαϊκούς πόρους για την ανάπτυξή τους αφού έχουν, ήδη, ενταχθεί στα διευρωπαϊκά δίκτυα μεταφορών; Πώς θα συμβάλλουν οι ιδιωτικοποιήσεις στην ανάπτυξη όταν, μέχρι τώρα, η ιδιωτικοποίηση κερδοφόρων δημόσιων επιχειρήσεων συνοδεύτηκε από κατάργηση χιλιάδων θέσεων εργασίας (π.χ. ΟΤΕ, ΟΠΑΠ) αλλά και από την εξαφάνισή τους από την αγορά (π.χ. Εμπορική Τράπεζα);

Συμπερασματικά, η Ελλάδα έχει ήδη υλοποιήσει μέτρα σκληρής λιτότητας, το ΑΕΠ έχει καταρρεύσει και έχει εισέλθει σε έναν κύκλο χρέους – αποπληθωρισμού. Στη θεωρία, το αντίδοτο είναι η αναθέρμανση της οικονομίας για να διαρραγεί αυτός ο κύκλος και να επανέλθει η οικονομία σε ρυθμούς ανάπτυξης. Αντί για την αναθέρμανση, το νέο μνημόνιο επιβάλλει τη λήψη και άλλων μέτρων λιτότητας και απορρύθμισης των αγορών. Για να μην υπάρχουν ψευδαισθήσεις, τα μέτρα που απαιτεί το ΔΝΤ για να συμμετάσχει στο νέο πρόγραμμα χρηματοδότησης (ώστε να εκπληρωθεί ο σχετικός όρος που προβλέπεται στο άρθρο 13 του καταστατικού του ΕΜΣ) είναι σαφή: Όχι κατάργηση των προηγούμενων αντεργατικών ρυθμίσεων για τον βασικό μισθό, τη διαιτησία, τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και λήψη επιπλέον μέτρων για τις ομαδικές απολύσεις και την κήρυξη απεργιών. Ακόμη το ΔΝΤ ζητά την περαιτέρω μείωση των δημοσίων δαπανών όταν, σύμφωνα με την Eurostat, το 2014 μειώθηκαν κατά 10,7 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ (το μεγαλύτερο ποσοστό μείωσης στην Ε.Ε.-28).

Πέρα, όμως, από την αποτυχία ή επιτυχία του νέου προγράμματος, το πρόβλημα είναι η ίδια η δημοκρατία. Το ελληνικό Κοινοβούλιο δεν έχει καμία εξουσία να νομοθετεί χωρίς την έγκριση των δανειστών αλλά μόνο να εφαρμόζει τα θελήματά τους. Όπως έγραψε ο P. Mason: «Εάν η δημοκρατία δεν μπορεί να εκφράσει ψευδαισθήσεις και τρελές ελπίδες· εάν δεν μπορεί να εμπεριέχει αφηγήσεις συναισθημάτων και ιδανικών, πεθαίνει». Θα αφήσουμε τη δημοκρατία να πεθάνει στην πατρίδα μας;

 

*** Continue reading

ΞΥΠΟΛΗΤΟΙ ΣΤΑ ΑΓΚΑΘΙΑ…

Του Γιώργου Τοζίδη

 

Το χειρότερο μήνυμα που στάλθηκε με την υπογραφή του νέου μνημονίου ήταν η «επιβεβαίωση», και μάλιστα από μία αριστερή κυβέρνηση, του θεμελιώδους δόγματος του νεοφιλελευθερισμού ότι δεν υπάρχει αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση. Η επιχειρηματολογία που συνόδευσε αυτό το μήνυμα ήταν εξίσου τρομοκρατική με αυτήν των προηγούμενων μνημονιακών κυβερνήσεων στην Ελλάδα. Στο εράνισμα της προηγούμενης εβδομάδας καταγράφηκαν οι δύο βασικοί μύθοι στους οποίους στηρίχθηκε η κυβέρνηση με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στην αποτυχία. Στο σημερινό εράνισμα θα επισημανθούν τα επιπλέον τακτικά λάθη και παραλείψεις που επιδείνωσαν τη διαπραγματευτική θέση της χώρας κάνοντας αναπόφευκτο το νέο μνημόνιο.

Σε μία σειρά άρθρων σε αυτήν την εφημερίδα* είχε επισημανθεί ότι ο δημόσιος έλεγχος του τραπεζικού συστήματος αποτελούσε προϋπόθεση για την επιτυχία του σχεδίου εξόδου από την κρίση. Αυτή η επισήμανση απόκτησε τραγική επικαιρότητα μετά τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου και την απόφαση της Ε.Κ.Τ. να περικόψει την παρεχόμενη ρευστότητα προς τις τέσσερις συστημικές τράπεζες. Την ίδια περίοδο βρισκόταν στην κορύφωσή της η ανάληψη καταθέσεων και η επιδείνωση των προβλημάτων ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας. Από την 30η.11.2014 μέχρι την 28η.02.2015 το σύνολο των καταθέσεων είχε μειωθεί κατά 23,8 δισεκ. ευρώ και το 85% προερχόταν από προθεσμιακές καταθέσεις.

Συμπερασματικά, στα τέλη Φεβρουαρίου ήταν πλέον ολοφάνερο το σχέδιο της τρόικας να οδηγήσει τη χώρα σε πιστωτική ασφυξία (επαναλαμβάνοντας το παράδειγμα της Κύπρου) και να εκβιάσει τη νέα κυβέρνηση να αποδεχθεί ένα νέο μνημόνιο (η διαρροή καταθέσεων συνεχίστηκε και μέχρι την 31η.05.2015 είχαν αναληφθεί επιπλέον 10,5 δισεκ. ευρώ). Η εκούσια ή ακούσια αδράνεια που επιδείχθηκε τότε καθόρισε και το τελικό αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης. Τι θα μπορούσε να είχε γίνει;

  1. Η επιδιωκόμενη πιστωτική ασφυξία μπορούσε να αντιμετωπιστεί σε μεγάλο βαθμό με τη γενίκευση της χρήσης του υπαρκτού «παράλληλου νομίσματος» που δεν ήταν άλλο από τις χρεωστικές και πιστωτικές κάρτες και την ηλεκτρονική τραπεζική για τις συναλλαγές των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Η επέκταση της χρήσης των καρτών και των ηλεκτρονικών συναλλαγών θα μπορούσε να επιβληθεί στις τράπεζες, με την υιοθέτηση ρυθμίσεων όπως η επιβολή τέλους για τις αναλήψεις εκτός ΑΤΜ. Αυτά τα μέτρα θα αιτιολογούνταν με το επιχείρημα της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής ώστε να αποφευχθεί ένας ακόμη μεγαλύτερος πανικός από την πλευρά των καταθετών.
  2. Η διαρροή των καταθέσεων θα μπορούσε, επίσης, να αντιμετωπιστεί με διάφορους τρόπους. Είναι γνωστό, σε όσους έχουν στοιχειώδεις γνώσεις τραπεζικής, ότι τα στελέχη των τραπεζών γνωρίζουν τους καταθέτες που διατηρούν προθεσμιακές καταθέσεις με τα μικρά ονόματά τους… Άρα έπρεπε να ασκηθούν πιέσεις στις διοικήσεις των τραπεζών να αποθαρρύνουν τους πελάτες τους και, παράλληλα, να επιβληθούν διοικητικά μέτρα όπως η υποχρέωση προσκόμισης φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας και η απειλή έκτακτου φορολογικού ελέγχου όσων προέβαιναν σε ανάληψη των καταθέσεών τους.

Η λήψη αυτών των μέτρων αφενός θα απομάκρυνε το ενδεχόμενο εκβιασμού με όπλο την πιστωτική ασφυξία και αφετέρου θα έστελνε το μήνυμα στην ελληνική κοινωνία (που στην πλειοψηφία της δεν έχει ούτε ένα ευρώ προθεσμιακή κατάθεση) ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να πολεμήσει ως το τέλος για την υλοποίηση του προγράμματός της. Σήμερα, αυτοί που ποτέ δεν εμπιστεύτηκαν το αντιστασιακό φρόνημα του ελληνικού λαού και ευθύνονται για το γεγονός ότι κανένα μέτρο δεν ελήφθη για την ισχυροποίηση της κυβερνητικής θέσης έναντι των δανειστών, προ(σ)καλούν, υποκριτικά, όποιον έχει εναλλακτική πρόταση να την καταθέσει. Αιδώς Αργείοι…

 

 

 

*Βλέπε ενδεικτικά «Τράπεζες: Ο διάβολος και οι «λεπτομέρειες» (07.02.2015) και «Επιλογή ή αναγκαίος όρος η εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος;» (08.09.2014).

Ψηλά το κεφάλι!

Ψηλά το κεφάλι!

      

Του Γιώργου Τοζίδη

 

Η ένδοξη Ρώμη σε περίμενε τόσους αιώνες

Σε προφητείες έλεγε τον ερχομό σου

κι εσύ αφομοιώθηκες;

 

Μιχ. Κατσαρός, Κατά Σαδδουκαίων

Ένα ερώτημα βασανίζει τον ελληνικό λαό: ποια λάθη έγιναν και το όνειρο της αριστερής κυβέρνησης κινδυνεύει, σήμερα, να μετατραπεί στο χειρότερο εφιάλτη;

Η βασική αιτία που οδήγησε στο σημερινό εφιάλτη είναι η μονοσήμαντη ανάγνωση της ελληνικής κρίσης. Η πλειοψηφία των οικονομολόγων του ΣΥΡΙΖΑ υποστήριξαν ότι επρόκειτο για μια κρίση «υπερσυσσώρευσης» παραβλέποντας ότι: 1. Η κρίση του ελληνικού οικονομικού υποδείγματος είχε ξεκινήσει πριν από το 2009 και τα όποια ποσοστά μεγέθυνσης του ΑΕΠ, που καταγράφηκαν τη δεκαετία του 2000, οφείλονταν σε έναν άνευ ορίων δανεισμό, κυρίως των νοικοκυριών, που τροφοδότησε την άμεση ή έμμεση κατανάλωση και εκτόξευσε τα ελλείμματα του εμπορικού ισοζυγίου καθώς «συνέπεσε» με την εντεινόμενη παραγωγική αποδιάρθρωση και 2. Η Γερμανία εκμεταλλεύεται την οικονομική κρίση για να διαμορφώσει μία γερμανική Ευρώπη με την επιβολή ενός νέου καταμερισμού εργασίας.

Η συνέπεια των παραπάνω ήταν να στηριχθεί το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ σε δύο βασικούς μύθους:

  1. Η έξοδος από την κρίση μπορεί να προκύψει αποκλειστικά από την υλοποίηση πολιτικών αναδιανομής και δεν απαιτείται ένα συνολικό αξιόπιστο σχέδιο ανασυγκρότησης της οικονομίας και της κοινωνίας. Σε αυτόν τον μύθο στηρίχθηκαν πολλές από τις προτάσεις του Τμήματος Οικονομικής Πολιτικής (π.χ. αφορολόγητο 12.000 ευρώ, κατάργηση ΕΝΦΙΑ, ατομικό αφορολόγητο 300.000 ευρώ για την ακίνητη περιουσία κ.ά.) αγνοώντας τις συνέπειες στα φορολογικά έσοδα. Ακόμη χειρότερα τα στελέχη του Τμήματος λοιδορούσαν όσους υποστήριζαν την αναγκαιότητα ενός συνολικού αξιόπιστου σχεδίου με κεντρικό πυλώνα το πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης και φρόντισαν, εκμεταλλευόμενοι τη θέση τους, να υπονομεύσουν τις συνεδριακές αποφάσεις.
  2. Η δογματική πεποίθηση ότι στην Ευρωζώνη κυριαρχούν η αλληλεγγύη και ο ορθός λόγος και έχει εξοβελιστεί, λόγω του κοινού νομίσματος, ο ανταγωνισμός μεταξύ των κρατών-μελών. Αυτή η εκτίμηση συντηρούσε τη βεβαιότητα για την εξεύρεση λύσης και τη σύναψη «αμοιβαία επωφελούς» συμφωνίας που υπονόμευσε το αγωνιστικό φρόνημα του λαού και ακύρωσε την αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων.

Η θρησκευτική προσήλωση στους δύο μύθους είχε και παράπλευρες συνέπειες. Μία κλειστή ομάδα επεξεργάστηκε το πρόγραμμα χωρίς οι κομματικές οργανώσεις και τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ να έχουν την παραμικρή δυνατότητα παρέμβασης, χωρίς να αξιοποιείται ο πλούτος των ιδεών και προτάσεων της κοινωνίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης ουδέποτε τέθηκε στη βάσανο των κομματικών οργανώσεων και της κοινωνίας ενώ ακραία έκφραση αυτής της απαξίωσης αποτέλεσε η ακύρωση του Διαρκούς Συνεδρίου, την παραμονή των εκλογών του Ιανουαρίου.

Η απαξίωση της αναγκαιότητας ύπαρξης ενός εναλλακτικού σχεδίου εκφράσθηκε και με τη μη υλοποίηση κρίσιμων μέτρων που περιλαμβάνονταν στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Το βασικότερο λάθος αποτέλεσε η μη υλοποίηση της προγραμματικής εξαγγελίας για τον δημόσιο έλεγχο του τραπεζικού συστήματος. Ενώ από τον Μάρτιο είχε διατυπωθεί η απειλή για κλείσιμο των τραπεζών και συνεχιζόταν η ανεξέλεγκτη διαρροή καταθέσεων (σε πολλές περιπτώσεις με προτροπή των Διοικήσεων των τραπεζών) ουδεμία κίνηση έγινε για την εκπόνηση σχεδίου για την εκμετάλλευση των δυνατοτήτων που παρέχει η ηλεκτρονική τραπεζική και το πλαστικό χρήμα ώστε να αντιμετωπισθεί η πιστωτική ασφυξία που επιβλήθηκε από την ΕΚΤ.

Το τρίτο (και χειρότερο) μνημόνιο είναι πλέον γεγονός. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι γεγονός είναι και το δημοψήφισμα στο οποίο ο ελληνικός λαός απέδειξε, για μια ακόμη φορά, ότι το αντιστασιακό φρόνημα είναι εγγεγραμμένο στη συνείδησή του. Το ερώτημα για το εάν χάθηκε μία μάχη ή ο πόλεμος θα απαντηθεί από τον ίδιο το λαό όταν συνδυάσει το αντιστασιακό φρόνημα που οδήγησε στο θριαμβευτικό «όχι» του δημοψηφίσματος με την πρόταση για την ανασυγκρότηση της οικονομίας και της κοινωνίας και την πολιτιστική αναγέννηση.

Ο αγώνας συνεχίζεται…

 

Ο «ΤΑΛΑΝΤΟΥΧΟΣ» Κύριος ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ (ΙΙ)*

Του Γιώργου Τοζίδη

Η δημοσίευση της «Έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2014-15» προκάλεσε αντιδράσεις και καταγγελίες κατά του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (Τ.τ.Ε.). Όμως, υπήρχε περίπτωση ο συγκεκριμένος «υπηρέτης αφεντάδων» να συμπεριφερόταν με διαφορετικό τρόπο; Ο κ. Στουρνάρας θα μείνει στην ελληνική οικονομική ιστορία ως ανεπαρκής τεχνοκράτης και δογματικός νεοφιλελεύθερος, ένας συνδυασμός που, δυστυχώς, δεν είναι σπάνιος στη χώρα μας.

Το πρόβλημα με τη συγκεκριμένη έκθεση δεν βρίσκεται στην πρόβλεψη των δεινών που θα επιπέσουν στην πατρίδα μας εάν επιλεγεί η έξοδος από το ευρώ και η υιοθέτηση εθνικού νομίσματος. Άλλωστε στελέχη του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. (γνωστά και μη εξαιρετέα) έχουν περιγράψει με μελανότερα χρώματα τις επιπτώσεις της εξόδου από το ευρώ. Ο κ. Στουρνάρας συνδέει νομοτελειακά την «αποτυχία στις διαπραγματεύσεις» με την πτώχευση και την «έξοδο της χώρας από τη ζώνη του ευρώ και – πιθανότατα – από την Ευρωπαϊκή Ένωση». Παρεμβαίνει στις διαπραγματεύσεις αφαιρώντας το μοναδικό όπλο που διαθέτει η ελληνική κυβέρνηση απέναντι στους πιστωτές της και δεν είναι άλλο από την απειλή της αθέτησης πληρωμών** εντός της ευρωζώνης.

Όμως οι λαθροχειρίες του Διοικητή της Τ.τ.Ε. δεν σταματούν εδώ. Επιχειρεί να αποδείξει στην εισαγωγή της έκθεσης ότι «Στα τέλη του 2014 υπήρχαν σοβαρές ενδείξεις ότι η ελληνική οικονομία, έχοντας υπερβεί την ύφεση, εισέρχεται σε φάση ανάπτυξης». Στη συνέχεια όμως σημειώνεται ότι  «Σε τριμηνιαία βάση, ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ ήταν αρνητικός για δύο συνεχόμενα τρίμηνα (δ’ τρίµηνο 2014: -0,4%, α’ τρίµηνο 2015: -0,2%)». Αυτό σημαίνει ότι το “success story” του Σαμαρά είχε ήδη εξαντλήσει την όποια δυναμική του πολύ πριν από τις εκλογές και η επιστροφή στην ύφεση ήταν ήδη γεγονός. Η επιβεβαίωση έρχεται από την επόμενη διαπίστωση: «Το διαρθρωτικό πρωτογενές πλεόνασµα δεν παρουσίασε τη βελτίωση που αναµενόταν το 2014 και διαµορφώθηκε χαµηλότερα από εκείνο του 2013» ενώ «το αποτέλεσµα του 2014 παρουσιάζει επιδείνωση έναντι του 2013, καταγράφοντας έλλειμμα 3,6% του ΑΕΠ έναντι 1,8% του ΑΕΠ το 2013, καθώς και σηµαντική απόκλιση κατά 2,3% του ΑΕΠ από το στόχο στην Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισµού του 2015».

Η έκθεση της Τ.τ.Ε. επιχειρεί και προβλέψεις για το μέλλον: «Η επιδείνωση των δεικτών οικονοµικού κλίµατος και των συνθηκών χρηµατοδότησης του ιδιωτικού τοµέα υποδηλώνουν ότι η επιβράδυνση του ρυθµού ανάπτυξης της οικονοµίας θα γίνει εντονότερη το β’ τρίµηνο του 2015, µε κίνδυνο η οικονοµία να µπει σε νέα φάση ύφεσης».

Τι δείχνουν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που περιλαμβάνονται στην ίδια έκθεση;  «Το α’ τετράµηνο του 2015 η βιοµηχανική παραγωγή αυξήθηκε, καθώς επιταχύνθηκε η άνοδος της μεταποίησης (+5,3%), κυρίως λόγω της εξαγωγικής ζήτησης, και παράλληλα μετριάστηκε η υποχώρηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (-6,5%)». Ένα ακόμη στοιχείο που αμφισβητεί την πρόβλεψη της Τ.τ.Ε. είναι ότι «Οι εισπράξεις από εξαγωγές χωρίς καύσιµα και πλοία παρουσίασαν καλύτερη εικόνα από το σύνολο, σηµειώνοντας άνοδο (2,4%), ιδιαίτερα στους κλάδους των τροφίμων, μετάλλων και μεταλλικών προϊόντων και εξοπλισμού μεταφορών». Ανάλογη εξέλιξη παρουσιάζουν και άλλα οικονομικά μεγέθη όπως η απασχόληση και το λιανικό και χονδρικό εμπόριο.

Η παράθεση των στοιχείων της ίδιας της έκθεσης που αμφισβητούν τις καταστροφικές προβλέψεις της Τ.τ.Ε. ξεπερνούν τα πεπερασμένα όρια της στήλης. Όμως, το ερώτημα που προκύπτει είναι σαφές: ως πότε θα ανεχόμαστε και θα αμείβουμε πλουσιοπάροχα τον κ. Στουρνάρα και τους όμοιούς του;

 

 

* Στις 30.06.2012, δημοσιεύθηκε στο «Δρόμο της Αριστεράς» άρθρο με τον ίδιο τίτλο με την «ευκαιρία» της υπουργοποίησής του.

**Κ. Στουρνάρα τα κράτη δεν πτωχεύουν – αθετούν τις υποχρεώσεις τους και αυτό το δικαίωμά τους αναγνωρίζεται και από τον Ο.Η.Ε.

Ποσοτική χαλάρωση

Του Γιώργου Τοζίδη

Στις 9 Μαρτίου 2015, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) άρχισε να αγοράζει ομόλογα, στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης που θα διαρκέσει μέχρι τουλάχιστον τον Σεπτέμβρη του 2016 και αποσκοπεί στην ανατροπή της στασιμότητας και του αποπληθωρισμού που κυριαρχούν στην ευρωζώνη. Ο Μάριο Ντράγκι έσπευσε να προκαταλάβει τα θετικά αποτελέσματα του προγράμματος, ανακοινώνοντας ότι ήδη από τον Ιανουάριο που ανακοινώθηκε το οικονομικό κλίμα στην Ευρωζώνη έχει βελτιωθεί. Όμως, το πρόβλημα είναι ότι τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης αποδίδουν μόνο όταν μεταβάλλονται ανάλογα και οι προσδοκίες των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Όταν οι αποπληθωριστικές προσδοκίες ενισχύονται, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ευρωζώνη, επιχειρήσεις και νοικοκυριά αναστέλλουν τις δαπάνες τους προκειμένου να επωφεληθούν από χαμηλότερες τιμές και κόστη στο μέλλον. Αυτές οι προσδοκίες είναι αυτοεκπληρούμενες, διότι η μείωση των δαπανών και η συνεπαγόμενη πτώση της κατανάλωσης και της επένδυσης τροφοδοτούν την πτώση του δείκτη τιμών.

Για την αναστροφή αυτών των προσδοκιών απαιτείται η διατύπωση ενός συνολικού προγράμματος ενίσχυσης των εισοδημάτων στην Ευρωζώνη που θα ενίσχυε τη ζήτηση και θα μετέτρεπε την προσδοκία για χαμηλότερες τιμές σε βεβαιότητα για την άνοδό τους στο άμεσο μέλλον. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι οικονομίες των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου ανέκαμψαν από την πρόσφατη κρίση στηριγμένες στην ενίσχυση της κατανάλωσης και των εισοδημάτων των νοικοκυριών και με σαφώς καλύτερα αποτελέσματα στην αντιμετώπιση της ανεργίας και της φτώχειας. Η ανάκαμψη των επενδύσεων ακολούθησε την αύξηση της καταναλωτικής δαπάνης και όχι το αντίστροφο που πρεσβεύουν οι νεοφιλελεύθεροι Ευρωπαίοι πολιτικοί.

Αλλά η ΕΚΤ είναι απρόθυμη να υιοθετήσει μία παρόμοια στρατηγική με δεδομένη την αντίθεση της Γερμανίας και των ετερόκλητων συμμάχων της που επιθυμούν τη συνέχιση της ίδιας πολιτικής, είτε γιατί εξυπηρετεί τις ανάγκες και τα συμφέροντα των οικονομιών τους είτε γιατί φοβούνται το πολιτικό κόστος από την υιοθέτηση μιας διαφορετικής πολιτικής από αυτήν της λιτότητας.

Το πιο «ισχυρό» επιχείρημα, όσων αντιτίθενται στην ποσοτική χαλάρωση, είναι ότι θα ανακουφίσει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις από τις πιέσεις που δέχονται να προβούν σε δημοσιονομικές περικοπές και σε επώδυνες μεταρρυθμίσεις των αγορών προϊόντων και εργασίας Στις σημερινές συνθήκες, με το δείκτη πληθωρισμού να τείνει προς το μηδέν (το 2014 ήταν -0,2%), το ΑΕΠ να είναι στάσιμο (+0,3% το Δ΄ τρίμηνο 2014) και την ανεργία να είναι σταθερά σε διψήφια ποσοστά (περίπου 11%), οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης είναι απρόθυμες να πάρουν μέτρα που ενισχύουν τον αποπληθωρισμό. Διότι η απορρύθμιση των αγορών και η δημοσιονομική προσαρμογή στα κριτήρια του Maastricht ενισχύουν τις αποπληθωριστικές προσδοκίες, τουλάχιστον βραχυχρόνια:

1. Η δημοσιονομική προσαρμογή σημαίνει μείωση των δημοσίων δαπανών. Αυτή η μείωση επηρεάζει αρνητικά την άνοδο των τιμών καθώς μειώνει τη ζήτηση προϊόντων και υπηρεσιών και είναι το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται μία οικονομία που βρίσκεται ήδη σε συνθήκες αποπληθωρισμού.

2. Η απορρύθμιση των αγορών αυξάνει την «ευελιξία» στην αγορά εργασίας, ενθαρρύνει την περικοπή των μισθών και τη μείωση του συνολικού εργατικού κόστους και διευκολύνει τις επιχειρήσεις να μειώσουν τις τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών με αποτέλεσμα να ενισχύονται οι αποπληθωριστικές τάσεις.

Η αποτελεσματικότητα του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης αμφισβητείται και για έναν επιπλέον λόγο: Σύμφωνα με μελέτη του Bruegel (European Central Bank Quantitative Easing: The Detailed Manual) το 80% περίπου των προβλεπόμενων πόρων του προγράμματος θα κατευθυνθεί στην αγορά ομολόγων των τεσσάρων μεγαλύτερων κρατών-μελών της Eυρωζώνης (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία). Αυτή η κατανομή ίσως εξηγεί και τη στάση των τριών χωρών απέναντι στο ελληνικό ζήτημα.

Όσον αφορά την Ελλάδα, το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης δεν προβλέπεται να ενεργοποιηθεί πριν από τον Αύγουστο του 2015, διότι η ΕΚΤ κατέχει ήδη ποσοστό μεγαλύτερο του 33% των επιλέξιμων ομολόγων δημοσίου χρέους της χώρας. Επίσης, ισχύει πάντα η προϋπόθεση η χώρα να βρίσκεται σε πρόγραμμα ώστε να επιτρέπεται στην ΕΚΤ να αγοράζει τα συγκεκριμένα ομόλογα, παρά τη μη αποδεκτή αξιολόγησή τους.

Τα προγράμματα που υλοποιούνται στην Ευρωζώνη ενισχύουν τη γερμανική κυριαρχία και κατά συνέπεια ελάχιστα συμβάλλουν τόσο στην έξοδο από την κρίση όσο και στην ευημερία των λαών.

Γιατί απουσιάζει η ουσιαστική αντιπαράθεση;

     

Του Γιώργου Τοζίδη

Μέχρι σήμερα (15/01) η εκλογική αντιπαράθεση έχει επικεντρωθεί στην κινδυνολογία και στην πιθανότητα εξόδου της χώρας από το ευρώ και καθόλου στις επιπτώσεις των μνημονιακών πολιτικών που υλοποίησε η συγκυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου αλλά και, πολύ περισσότερο, στην πρόταση για το εναλλακτικό αναπτυξιακό υπόδειγμα που έχει ανάγκη η ελληνική κοινωνία. Το σημερινό εράνισμα επιχειρεί να καταγράψει την εξέλιξη δύο κρίσιμων μεγεθών, της απασχόλησης και του δημόσιου χρέους, την περίοδο της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου. Αυτά τα δύο μεγέθη είναι αλληλοεξαρτώμενα: ούτε η ανεργία μπορεί να μειωθεί εάν δεν εξευρεθούν πόροι για δημόσιες επενδύσεις, ούτε η χώρα μπορεί να απαλλαγεί από το χρέος οριστικά εάν δεν υλοποιηθεί ένα πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης και δημιουργίας αξιοπρεπών θέσεων εργασίας.

1. Ενώ το Β΄ τρίµηνο του 2012 ο αριθµός των απασχολούµενων ανερχόταν σε 3.793.147 άτοµα, το Γ΄ τρίμηνο του 2014 ανήλθε σε 3.586.885 άτομα μειωμένος κατά 206.262 άτομα (-5,4%). Ο αριθμός των ανέργων, το αντίστοιχο χρονικό διάστημα αυξήθηκε κατά 60.609 άτομα, από 1.168.761 (ποσοστό 23,6%) σε 1.229.370 (25,5%). Η διαφορά οφείλεται στην αποχώρηση από την αγορά εργασίας ενός σημαντικού τμήματος του ενεργού πληθυσμού λόγω απογοήτευσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ το Β΄ τρίμηνο του 2012 οι µακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν εργασία για πάνω από 12 µήνες, ανεξάρτητα αν είναι «νέοι» ή «παλαιοί» άνεργοι) αποτελούσαν αντίστοιχα το 59,0% του συνολικού αριθμού, το Γ΄ τρίμηνο το αντίστοιχο ποσοστό ανερχόταν στο 75,4%.

Κατά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, η μεγαλύτερη μείωση καταγράφηκε στους κλάδους των κατασκευών (-56,6 χιλ. άτομα ή 27%), της μεταποίησης (-45,3 χιλ. ή 12,6%) και του χονδρικού-λιανικού εμπορίου (-49,1 χιλ. ή 7,2%).

Επιπλέον, το ποσοστό της µερικής απασχόλησης ανερχόταν στο 7,3% του συνόλου ενώ το Γ΄τρίμηνο 2014 ανέρχεται στο 9,5% του συνόλου των απασχολουμένων. Από το υποσύνολο αυτό των εργαζοµένων το 68,4% έκανε αυτή την επιλογή διότι δεν µπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, το 6,4% για άλλους προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, το 4,3% γιατί εκπαιδεύεται, το 2,2% διότι φροντίζει µικρά παιδιά ή εξαρτώµενους ενήλικες και το 18,7% για διάφορους άλλους λόγους. Τα υψηλότερα ποσοστά µερικής απασχόλησης καταγράφονται στους κλάδους της γεωργίας, του χονδρικού-λιανικού εµπορίου και του τουρισµού (17,2%, 15,9% και 12,8% του συνόλου των µερικώς απασχολουµένων αντίστοιχα).

2. Το χρονικό διάστημα 30/09/2012-30.09.2014 το συνολικό δημόσιο χρέος αυξήθηκε από 303.508,80 εκατ. σε 321.732,23 εκατ. (+18.223,43 εκατ. ή 6%). Μετά τη μείωση του δημόσιου χρέους που επιτεύχθηκε με το PSI+ και την επαναγορά ομολόγων, το δημόσιο χρέος επανήλθε σε αυξητικούς ρυθμούς κυρίως λόγω της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Την ίδια περίοδο άλλαξε δραματικά η εσωτερική διάρθρωση του χρέους: αυξήθηκαν κατά 50% τα δάνεια του μηχανισμού στήριξης (από 148.828,27 εκατ. σε 220.120,99 εκατ.) με ανάλογη περίπου μείωση των ομολόγων και βραχυπρόθεσμων τίτλων. Παράλληλα αυξήθηκε η μέση σταθμική υπολειπόμενη φυσική διάρκεια του χρέους από 6,30 έτη που ήταν πριν από το «κούρεμα» σε 16,50 έτη τον Σεπτέμβριο 2014.

Η επιβάρυνση του δημόσιου χρέους, προκειμένου να ανακεφαλαιοποιηθούν οι τράπεζες, είχε αιτιολογηθεί από τη μνημονιακή συγκυβέρνηση με το επιχείρημα της αποκατάστασης της αξιοπιστίας (ώστε να επιστρέψουν οι καταθέσεις) και της ρευστότητας (ώστε να χρηματοδοτηθεί η πραγματική οικονομία) του τραπεζικού συστήματος. Όμως ούτε το ένα συνέβη ούτε το άλλο:

α. Στις 31/12/2011 το σύνολο των καταθέσεων ανερχόταν σε 174.137 εκατ., μειώθηκε στα 161.373 εκατ. στα τέλη του 2012 για να παραμείνει στη συνέχεια σταθερό (31/12/2013: 163.052 εκατ.-31/10/2014: 164.251 εκατ.).

β. Συνεχίσθηκε η μείωση του τραπεζικού δανεισμού προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Στις 31/12/2011 το σύνολο των δανείων ανερχόταν σε 248.535 εκατ. και μειώθηκε σε 212.527 εκατ. στις 31/10/2014 (μείωση κατά 14,5% περίπου). Τη μεγαλύτερη μείωση κατέγραψε ο δανεισμός των επιχειρήσεων (-15,4% ή 18.544 εκατ.).

γ. Ακόμη χειρότερα: Οι τράπεζες αύξησαν, σε περίοδο κρίσης, τα μέσα πραγματικά επιτόκια δανεισμού από 4,6% (Ιούνιος 2012) σε 6,43% (Νοέμβριος 2014) αυξάνοντας παράλληλα και το επιτοκιακό περιθώριο (μέσο επιτόκιο δανείων – μέσο επιτόκιο καταθέσεων) από 3,16% σε 3,89% το ίδιο χρονικό διάστημα.

Ο δημόσιος έλεγχος του τραπεζικού συστήματος, το «κούρεμα» του δημόσιου χρέους και το πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης είναι οι προϋποθέσεις για την υλοποίηση του προγράμματος εξόδου από την κρίση. Τίποτα λιγότερο…

 

ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ : Ο ΑΓΩΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΥΣ «ΓΥΠΕΣ»…

Του Γιώργου Τοζίδη

 

Το 2001 η Αργεντινή προχώρησε σε αθέτηση πληρωμών για το δημόσιο χρέος της που τότε ανερχόταν σε 95 δισεκ. δολάρια. Στη συνέχεια το 2005 και το 2010 προχώρησε σε αναδιάρθρωση του χρέους της με την οποία συναίνεσε το 93% των πιστωτών της. Κάτοχοι ομολόγων που αρνήθηκαν να συναινέσουν, μεταξύ των οποίων το κερδοσκοπικό κεφάλαιο ElliottAssociates, προσέφυγαν σε δικαστήριο των Η.Π.Α. που στις 16 Ιουνίου εξέδοσε απόφαση με την οποία η Αργεντινή υποχρεώνεται να αποπληρώσει στο ακέραιο αυτά τα ομόλογα (περίπου 1 δισεκ. δολάρια) όταν αποπληρώνει και τους κατόχους των ομολόγων που εκδόθηκαν μετά την αναδιάρθρωση του χρέους.

Πως ξεκίνησαν όλα…

Η Αργεντινή αθέτησε τις πληρωμές για το δημόσιο χρέος της προκειμένου να τερματίσει την ύφεση που είχε συρρικνώσει κατά 28% την οικονομία της και είχε οδηγήσει σε δραστική υποτίμηση το νόμισμά της (μετά την αποσύνδεσή του από το δολάριο) με αποτέλεσμα η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού να βιώνει τη φτώχεια και την εξαθλίωση. Οι πληρωμές του χρέους σταμάτησαν μέχρι το 2005, όταν η κυβέρνηση πρότεινε στους ξένους πιστωτές της την ανταλλαγή των απλήρωτων ομολόγων με νέα χαμηλότερης ονομαστικής αξίας τα οποία δεσμευόταν ότι θα αποπληρώσει. Αυτή η πρώτη αναδιάρθρωση έγινε αποδεκτή από το 76% των πιστωτών της και αφορούσε σε δημόσιο χρέος 62,3 δισεκ. δολαρίων. Η κυβέρνηση τήρησε την υπόσχεσή της και μετά τη δεύτερη ανταλλαγή που πραγματοποιήθηκε το 2010 (12,4 δισεκ. δολάρια), περίπου το 93% των κατόχων ομολόγων είχε αποδεχθεί την ανταλλαγή με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος της Αργεντινής να ανέρχεται το 2013 στο 45,6% του Α.Ε.Π.* Επιπλέον το 2006 η χώρα εξόφλησε τα δάνεια που είχε λάβει από το Δ.Ν.Τ. συνολικού ύψους 9,5 δισεκ. δολαρίων.

Η αθέτηση πληρωμής του δημόσιου χρέους και στη συνέχεια η αναδιάρθρωσή του συνέβαλαν σημαντικά στην ανάκαμψη της οικονομίας της Αργεντινής, όπως προκύπτει από την εξέλιξη των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών της από το 2002 μέχρι το 2005 (βλέπε τον σχετικό πίνακα αλλά και τον αντίστοιχο με την εξέλιξη των ίδιων μεγεθών στη χώρα μας).

 

ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ 1999 2000 2001 2002 2003 2004 2005
Μεταβολή Α.Ε.Π. -3,4% -0,8% -4,4% -10,9% 9,0% 8,9% 9,2%
Ποσοστό Ανεργίας 16,1% 17,1% 19,2% 22,5% 17,3% 13,6% 11,6%
Δημόσιο Χρέος (%ΑΕΠ)  

43%

 

46%

 

54%

 

165%

 

139%

 

127%

 

87,1%

ΕΛΛΑΔΑ 2008 2009 2010 2011 2012 2013 2014
Μεταβολή Α.Ε.Π. -0,2% -3,1% -4,9% -7,1% -7,0% -3,9% 0,5%
Ποσοστό Ανεργίας 7,7% 9,5% 12,5% 17,7% 24,2% 27,3% 26,3%
Δημόσιο Χρέος (%ΑΕΠ)  

113%

 

130%

 

148%

 

170%

 

157%

 

174%

 

175%

Continue reading

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ (με τη σφραγίδα της ΕΛΣΤΑΤ)

Του Γιώργου Τοζίδη

 

Η δημοσίευση από την ΕΛΣΤΑΤ (14.04.2014) των δημοσιονομικών στοιχείων για το χρονικό διάστημα 2010 – 2013 αποτελεί μία ακόμη επιβεβαίωση του οικονομικού εγκλήματος που συντελέστηκε στην πατρίδα μας με θύματα τα λαϊκά κοινωνικά στρώματα και τη νεολαία.

Την περίοδο 2010 – 2013 η σωρευτική μείωση του Α.Ε.Π. ανήλθε σε 40.097 εκατομμύρια ευρώ ή κατά 18%. Παρά την τεράστια μείωση του Α.Ε.Π., που αν μετρηθεί από το 2008 ανέρχεται σε 54.863 εκατομμύρια ευρώ ή 23%, οι δημοσιονομικοί δείκτες που σχετίζονται με το νέο σύμφωνο σταθερότητας επιδεινώθηκαν:

1. Το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης το 2013 ανήλθε σε 23,1 δις ευρώ (12,7% του Α.Ε.Π.). Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (που όπως ρητά δηλώνεται στην ανακοίνωση «είναι σε πλήρη συμφωνία με τους κανόνες του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών – ΕΣΛ 95), το πρωτογενές έλλειμμα ανήλθε το 2013 σε 15.887 εκατομμύρια ευρώ και ήταν αυξημένο κατά 41% σε σύγκριση με το 2010 (11.258 εκατομμύρια ευρώ). Παρά την προσπάθεια της ΕΛΣΤΑΤ να στηρίξει την κυβερνητική προπαγάνδα για το πρωτογενές πλεόνασμα, αναφέροντας ότι είναι διαφορετικός ο τρόπος μέτρησης σύμφωνα με το Πρόγραμμα Οικονομικής Προσαρμογής, η πραγματικότητα είναι σκληρή για την κυβέρνηση και τα παπαγαλάκια της. Άλλωστε τα έσοδα που, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, μετατρέπουν το έλλειμμα σε πλεόνασμα αφορούν σε έσοδα ή δαπάνες που δεν προέρχονται από την οικονομική δραστηριότητα αλλά από εξωγενείς πηγές: τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις και τις μεταφορές ποσών από τις κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης και τις δαπάνες για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.

2. Η εξέλιξη του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης αποτελεί ακόμη μία απόδειξη της αποτυχίας των μνημονιακών πολιτικών. Το 2012 το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης μειώθηκε κατά 51,2 δις ευρώ και ανήλθε σε 303.936 εκατομμύρια ευρώ ή 157,2% του Α.Ε.Π.) λόγω του PSI+ και της επαναγοράς ομολόγων (με το κόστος να το επιβαρύνονται τα ασφαλιστικά ταμεία, τα νοσοκομεία, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και οι μικροομολογιούχοι). Αντίθετα, το 2013 αυξήθηκε κατά 14.767 εκατομμύρια ευρώ και ανήλθε σε 318.703 εκατομμύρια ευρώ ή 175,1% του Α.Ε.Π. με αποτέλεσμα να είναι, ως ποσοστό του Α.Ε.Π. υψηλότερο σε σύγκριση με το 2011 (170,3% του Α.Ε.Π.).

 

Επίπτωση της υποστήριξης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων

στο έλλειμμα Γενικής Κυβέρνησης

ΕΤΟΣ   Έλλειμμα Γενικής Κυβέρνησης (-) Επίπτωση της υποστήριξης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στο έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης Έλλειμμα Γενικής Κυβέρνησης χωρίς την επίπτωση της υποστήριξης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων
2010 (εκατ. ευρώ)

(% του Α.Ε.Π.)

-24.113

-10,9%

960

0,4%

-25.073

-11,3%

2011 (εκατ. ευρώ)

(% του Α.Ε.Π.)

-19.964

-9,6%

633

0,3%

-20.597

-9,9%

2012 (εκατ. ευρώ)

(% του Α.Ε.Π.)

-17.205

-8,9%

-5.267

-2,7%

-11.938

-6,2%

2013 (εκατ. ευρώ)

(% του Α.Ε.Π.)

-23.109

-12,7%

-19.272

-10,6%

-3.837

-2,1%

 

3. Ο παραπάνω πίνακας παρουσιάζει την επίπτωση που είχε η ενίσχυση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στο έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης το χρονικό διάστημα 2010 – 2013.  Η θετική επίπτωση που καταγράφηκε κατά τα έτη 2010 – 2011 προέκυψε από τις δεδουλευμένες προμήθειες (10%) των εγγυήσεων του διατραπεζικού δανεισμού και τα έσοδα από τις προνομιούχες μετοχές των τραπεζών (πρώτος πυλώνας ενίσχυσης /2009) που ήταν οριακά υψηλότερα από τις δεδουλευμένες δαπάνες. Το 2013 η Γενική Κυβέρνηση, μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Τ.Χ.Σ.), πραγματοποίησε κεφαλαιακές μεταβιβάσεις ύψους 6.189,3 εκατομμυρίων ευρώ για την εξυγίανση των τραπεζών και 14.759 εκατομμυρίων ευρώ ως αποτέλεσμα της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης των τεσσάρων συστημικών τραπεζών (συνολική ενίσχυση 20.948,3 εκατομμυρίων ευρώ). Οι τελευταίες εξελίξεις με την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου και την εσπευσμένη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της Eurobank (με την εκτιμώμενη ζημία για το δημόσιο να ανέρχεται σε 5,7 δις ευρώ) αποδεικνύουν ότι η ανακεφαλαιοποίηση των συστημικών τραπεζών εξελίσσεται στο μεγαλύτερο μεταπολεμικό οικονομικό σκάνδαλο.

Παρά την καταγεγραμμένη, και με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, αποτυχία των μνημονιακών πολιτικών, η αντιπαράθεση με τις μνημονιακές δυνάμεις θα πρέπει να μεταφερθεί στο έδαφος που η αριστερά οφείλει να έχει συγκριτικό πλεονέκτημα: στο όραμα για μια αυτοδύναμη Ελλάδα με το λαό νοικοκύρη και αφέντη στον τόπο του!

Καλή Ανάσταση!

 

 

ΦΥΚΙΑ ΓΙΑ ΜΕΤΑΛΩΤΕΣ ΚΟΡΔΕΛΕΣ…

Η πρόταση «50-50-15» για το δημόσιο χρέος

Του Γιώργου Τοζίδη

Το ελληνικό δημόσιο χρέος επέστρεψε στις οικονομικές σελίδες του διεθνούς τύπου και στις αναλύσεις διεθνών οργανισμών και τραπεζών. Η «διαρροή» του σχεδίου «50 – 50 – 15» (επιμήκυνση τμήματος του χρέους από 30 σε 50 χρόνια, μείωση κατά 0,50% του επιτοκίου δανεισμού και χορήγηση νέου δανείου 13 – 15 δις ευρώ) επανέφερε στην επικαιρότητα το ζήτημα της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους. Αναλυτικά η πρόταση «50-50-15» περιλαμβάνει:

1. Την επιμήκυνση στα 50 χρόνια της χρονικής διάρκειας του χρέους των 186,5 δισ. ευρώ που έχει λάβει, μέχρι σήμερα, η Ελλάδα από τον αρχικό μηχανισμό G.L.F. (52,9 δισ. ευρώ) και τον E.F.S.F. (133,6 δισ. ευρώ). Η ετήσια μείωση των χρεολυσίων εκτιμάται σε 3,5 δισ. ευρώ. Δεδομένου ότι αυτά τα δάνεια έχουν ήδη μέση ωρίμανση 30 και 17 έτη αντίστοιχα, η Deutsche Bank εκτιμά ότι είναι ανεπαρκής η συνολική «ελάφρυνση» του δημόσιου χρέους κατά 26 δισ. ευρώ ή 14% του Α.Ε.Π. (2013) επισημαίνοντας ότι ο στόχος για τη μείωση του δείκτη χρέους προς Α.Ε.Π. 124% έως το 2020 προϋποθέτει και την επίτευξη μέσου ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης 4,75% μετά το 2018.

Σημειώνεται ότι η χρονική επιμήκυνση ενός δανείου δεν σημαίνει μείωση του ποσού παρά μόνο της παρούσας αξίας του και άρα το συγκεκριμένο μέτρο δεν συμβάλλει άμεσα στην επίτευξη του στόχου για δείκτη χρέους προς Α.Ε.Π. 124% το 2020.

Μία επιπλέον παρενέργεια της χρονικής επιμήκυνσης είναι, σε συνδυασμό με τους νέους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες, ότι η χώρας μας θα συνεχίσει να βρίσκεται σε καθεστώς εποπτείας για πολλές δεκαετίες καθώς τα δάνεια θα λήξουν στα μέσα της δεκαετίας του 2070.

Continue reading

ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ

 

 Του Γιώργου Τοζίδη

Η νέα στήλη της εφημερίδας, που ξεκινά το ταξίδι της σήμερα, έχει σαν στόχο την κριτική παρουσίαση της εξέλιξης των οικονομικών μεγεθών που επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα τη ζωή μας. Η πρεμιέρα της συμπίπτει με την έναρξη της νέας χρονιάς που θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό την πορεία της πατρίδας μας για πολλές δεκαετίες.

Ως πρώτο εράνισμα επελέγη η ακτινογραφία του δημοσίου χρέους καθώς η διαχείρισή του θα αποτελέσει, ανεξάρτητα από τις πολιτικές εξελίξεις, κεντρικό ζήτημα για το 2014.

Ιστορικό : Το ύψος του δημοσίου χρέους κυμαινόταν τα τελευταία χρόνια, περίπου στο 100% του Α.Ε.Π. και οι πληρωμές που γίνονταν για την εξυπηρέτησή του απομυζούσαν σημαντικούς πόρους από την ελληνική οικονομία. Μόνο τη δεκαετία 2000 – 2009, το ελληνικό κράτος κατέβαλε στους πιστωτές του το ποσό των 198.780 εκατ. Ευρώ για χρεολύσια και το ποσό των 98.555 εκατ. Ευρώ για τόκους και παράλληλες δαπάνες. Παρά τις ανωτέρω καταβολές, το 2009 το δημόσιο χρέος ανερχόταν σε 299.690 εκατ. ευρώ ποσό ελάχιστα υψηλότερο από το σύνολο των καταβολών για χρεολύσια και τόκους (297.335 εκατ. ευρώ). Ακόμη και μετά το ξέσπασμα της κρίσης, από το 2010 μέχρι και το 2013, οι καταβολές στους πιστωτές συνεχίστηκαν και ανήλθαν σε 85.061 εκατ. Ευρώ για χρεολύσια και σε 48.575 εκατ. Ευρώ για τόκους.

Continue reading